Κυριακή 25 Οκτωβρίου 2009

Ο βοριάς και ο ήλιος (Χρειάζεται τρόπος και όχι κόπος)

Μια μέρα, ο βοριάς και ο ήλιος άρχισαν να μαλώνουν για το ποιος είναι ο πιο δυνατός.

*Αν φυσούσα μ' όλη μου τη δύναμη, όλα θα πάγωναν*, είπε ο βοριάς.

*Αν τύλιγα με τις ακτίνες μου όλη τη γη, θα καίγονταν τα πάντα*, του απάντησε ο ήλιος.

Και καθώς κανένας από τους δύο δεν υποχωρούσε, ο καβγάς συνεχιζόταν για μέρες.

*Εντάξει λοιπόν! Ας δούμε ποιος είναι ο πιο είναι δυνατός*, πρότεινε ο βοριάς μια μέρα.

*Ωραία*, συμφώνησε ο ήλιος, *νικητής θα είναι αυτός που θα καταφέρει να βγάλει τα ρούχα αυτού του ταξιδιώτη εκεί κάτω*.

*Χα, χα, χα! Πανεύκολο*, είπε με περίσσια σιγουριά ο βοριάς. *Αρκεί να φυσήξω μια φορά και ο ταξιδιώτης θα χάσει το πανωφόρι του*.

Ο βοριάς πήρε μια βαθιά ανάσα και φύσηξε όσο πιο δυνατά μπορούσε. Ο ταξιδιώτης άρχισε να τρέμει.

*Μπρρρ! Τι δυνατό κρύο είναι αυτό!*. Ο αέρας λυσσομανούσε και ο ταξιδιώτης είχε παγώσει από το τσουχτερό κρύο!

*Καλύτερα να φορέσω ζεστά ρούχα!* είπε τουρτουρίζοντας. Έβγαλε από την τσάντα του μερικά ζεστά ρούχα και τα φόρεσε προσπαθώντας να ζεσταθεί.

*Θα κάνω ακόμα μια προσπάθεια* φώναξε θυμωμένα ο βοριάς και φύσηξε άλλη μια φορά, ακόμα πιο δυνατά.

Ο ταξιδιώτης, όμως, έσφιξε δυνατά τα ρούχα επάνω του και συνέχισε το δρόμο του.

*Νομίζω πως απέτυχες φίλε μου*, του είπε ο ήλιος. *Τώρα είναι η σειρά μου!* είπε και με τις καυτές αχτίδες του αγκάλιασε τον ταξιδιώτη. 

*Μα τι συμβαίνει;* απόρησε έκπληκτος ο άνδρας.

*Τι παράξενη μέρα είναι αυτή; Ξαφνικά άρχισε να κάνει πολλή ζέστη*, είπε και σκούπισε τον ιδρώτα που είχε αρχίσει να τρέχει στο μέτωπό του.

Τότε ο ήλιος τον άγγιξε με τις πιο καυτές αχτίδες του. *Φιού! Τι αφόρητη ζέστη είναι αυτή! Καλύτερα να βγάλω όλα αυτά τα ρούχα*, είπε ο ταξιδιώτης και αφού έβγαλε το ένα ρούχο μετά το άλλο, βούτηξε στα δροσερά νερά του ποταμού.   

Ο βοριάς αναγκάστηκε να παραδεχθεί την ήττα του λέγοντας:

*Κατάλαβα πως δεν μπορώ με τη δύναμη να επιβληθώ στους άλλους*. (Αίσωπος, από βιβλίο Modern Times).

Δίδαγμα: Ο σωστός (ευγενικός) τρόπος πείθει ευκολότερα από τη βία. Εξού και η ρήση για να κάνεις μια δουλειά χρειάζεται τρόπος και όχι κόπος. Αφιερωμένος ο μύθος σε αυτούς που κυβερνούν Ελλάδα

Περί Ευγένειας 

Περί Κυβερνώντων

Παρασκευή 25 Σεπτεμβρίου 2009

Ξεγελώντας το γάτο....


*Αααα! βοήθεια!* ούρλιαξε ένα ποντικάκι που έτρεχε για να ξεφύγει από τα κοφτερά δόντια του άγριου γάτου. *Βρωμερά ποντίκια, παλιό κλέφτες, θα σας πιάσω!*
Φώναξε ο γάτος καθώς έτρεχε πίσω από το ποντικάκι έτοιμος να το καταβροχθίσει. Τα άλλα πόντικακια, που παρακολουθούσαν από τη σοφίτα το άγριο κυνηγητό, άρχισαν να τρέμουν σύγκορμα.

Πρέπει να καταστρώσουμε κάποιο σχέδιο αν δεν θέλουμε να καταλήξουμε όλοι στα κοφτερά του δόντια! Είπε ένα ποντικάκι.

*Σωστά! Κάτι πρέπει να κάνουμε, συμφώνησαν όλοι στο Συμβούλιο των ποντικών*

Καθώς, όμως, τα ποντικάκια μιλούσαν όλα μαζί, δεν μπορούσαν να πάρουν μια απόφαση.

*Ησυχία! Δεν θα μπορέσουμε να βρούμε λύση στο πρόβλημα μαζί με τόση φασαρία!* Φώναξε ένα ποντικάκι που φαινόταν πολύ σίγουρο για την εξυπνάδα του.

*Μα τι πρέπει να κάνουμε;* το ρώτησαν τα άλλα ποντίκια.

*Μα είναι πολύ απλό! *Απάντησε ο έξυπνος της παρέας. *Το μόνο που έχουμε να κάνουμε είναι να τον κρεμάσουμε ένα καμπανάκι στο λαιμό του γάτου. Έτσι θα τον ακούμε πολύ πριν πλησιάσει τη φωλιά μας και θα κρυβόμαστε αμέσως*.

Όλοι εντυπωσιάστηκαν με αυτό το καταπληκτικό σχέδιο.
*Έχεις δίκιο. Είναι πολύ καλή ιδέα. Πρέπει να είσαι σοφός*, είπαν με θαυμασμό τα άλλα ποντικάκια.

*Μπα δεν ήταν τίποτα το σπουδαίο*, κοκορεύτηκε ο έξυπνος ποντικός.

*Πράγματι είναι πολύ καλή ιδέα σου, είπε ο σοφός γερό ποντικός. Δε μας είπες όμως, ποιός θα κρεμάσει το κουδουνάκι από το λαιμό του γάτου; Μήπως εσύ;*

Το ποντικάκι κοκκίνισε και με τρεμάμενη φωνή είπε *Ωω!! όχι αν το κάνω αυτό, σίγουρα ο γάτος θα με φάει ζωντανό!*

* Όσο καλή κι αν είναι η ιδέα σου, αν δεν μπορείς να τις εφαρμόσεις, είναι άχρηστη, είπε ο σοφός γέρο ποντικός*. (Αισώπου Μύθοι από Modern Times)

Δηλαδή να ελέγχουμε την πρακτικότητα και την εφαρμογή των ιδεών μας πριν πρώτα τις ανακοινώσουμε........στον Δήμο......των ποντικιών

Περί ιστορίας

Κυριακή 20 Σεπτεμβρίου 2009

Μια μαϊμού που έγινε βασίλισσα


Πριν πολλά πολλά χρόνια δεν θυμάμαι πότε ακριβώς τα ζώα του κόσμου αποφάσισαν να έχουν ένα βασιλιά για να διευθύνει τη ζωή τους και τον τόπο τους.

Έπρεπε λοιπόν να βγάλουν έναν αρχηγό γιατί τσακώνονταν δέρνονταν και έκαναν χίλιες δύο φασαρίες και ζημιές.

Έτσι λοιπόν ανέθεσαν στην αλεπού να οργανώσει την συγκέντρωση όλων των ζώων.

Η κυρά Αλεπού σβέλτη και δυναμική, καμαρωτή και πονηρή άλλο που δεν ήθελε. Πήρε την τρομπέτα της τη φύσηξε και την ξεφύσηξε και φώναξε δυνατά:

Ζώα της αυλής! Κατοικίδια ζώα, ζώα του δάσους και ζώα της ζούγκλας! Αύριο το πρωί στο κέντρο της γης έχουμε όλοι συγκέντρωση για να εκλέξουμε το Βασιλιά και Αρχηγό του Κράτους μας.

Θα έρθουμε θα έρθουμε φώναξαν με μια φωνή όλα τα ζώα της αυλής, του δάσους και της ζούγκλας.

Πράγματι την επομένη ημέρα μαζεύτηκαν όλα τα ζώα της γης για να δείξει το κάθε ζώο την εξυπνάδα του όπως αυτό ήταν άλλωστε και το ζητούμενο........

Έτσι λοιπόν ένα ένα τα ζώα έβγαλαν λόγο και έδωσαν τις υποσχέσεις τους για μια καλύτερη ζωή και για τα δικαιώματα των ζώων.

Μίλησε το λιοντάρι από τα ζώα της ζούγκλας με ιδιαίτερο προοδευτικό πρόγραμμα για ζώο της ζούγκλας.

Ξαφνικά, μέσα από της φυλλωσιές των δέντρων να σου και εμφανίστηκε η κυρά Μαϊμού, που με ένα ντέφι άρχισε να χορεύει και να τραγουδά.

Στάθηκε ύστερα μπροστά σε όλους, έκανε μια βαθιά υπόκλιση και τους είπε:

Αγαπητοί φίλοι, σας υπόσχομαι ότι θα κυβερνήσω σαν καλή βασίλισσα της χώρας των ζώων. Όλη μέρα θα τραγουδάμε και θα χορεύουμε. Η ζωή μας θα είναι υπέροχη με καθημερινή διασκέδαση.

Ζήτω! ζήτω! φώναξαν μονομιάς τα ζώα. Εσένα θέλουμε, εσένα θέλουμε!

Τότε η πονηρή αλεπού με δύο τρία πηδηματάκια ζητωκραύγασε και φόρεσε το στέμμα στην μαϊμού.

Όλα τα ζώα φώναξαν με μια φωνή

Ζήτω ζήτω η βασίλισσα μαϊμού! Θέλουμε τραγούδι και χορό, θέλουμε τραγούδι και χορό.

Η μαϊμού άρπαξε το ντέφι και για σαράντα μέρες και σαράντα νύκτες χόρευε και τραγουδούσε μαζί με τα υπόλοιπα ζώα.

Από ψηλά στα κλαδιά μιας ελιάς ακούστηκε η φωνή της σοφής κουκουβάγιας:

Κου κου βά, Κου κου βά

τα τρελά σας τα μυαλά

Μόνο με χορό και με τραγούδι

γουργουρίζει η κοιλιά

Κου κου βά, Κου κου βά

Το αποτέλεσμα των εκλογών; Η ανόητη μαιμού αφού άσχημα κυβέρνησε τα ζώα δεν άφησε φράγκο στα ταμεία καθώς είχε πάρει για σύμβουλό της την κυρά Αλεπού.....(Αίσωπος, όχι εγώ βιβλίο Μύθοι Αισώπου από Modern Times)

Περί Κυβερνώντων ο Λόγος

Τετάρτη 16 Σεπτεμβρίου 2009

Το ποντίκι της πόλης και του αγρού



Κάποτε πριν αρκετό καιρό δεν ξέρω πότε, το ποντίκι του αγρού κάλεσε το φίλο του, το ποντίκι της πόλης, στο σπίτι του για φαγητό. Το ποντίκι της πόλης αφού φόρεσε τα καλά του ξεκίνησε για το σπίτι του φίλου του.

Μόλις έφτασε, κοίταξε γύρω του και μονολόγησε:

*Τι απαίσιο μέρος είναι αυτό; Δεν υπάρχουν ούτε άμαξες ούτε καταστήματα! Μόνο χωράφια και βρόμικες , φτωχικές καλύβες!*.

Ο φίλος του δεν έδωσε σημασία και τον οδήγησε στο σπιτικό του. Όταν κάθισαν στο τραπέζι, το ποντίκι του αγρού πρόσφερε στον καλεσμένο του ό,τι καλύτερο είχε: καλαμπόκι, αρακά, κριθάρι και λίγα κομματάκια τυρί.

Το ποντίκι της πόλης όμως δεν σταματούσε να γκρινιάζει:

*Τι βρόμικο σπίτι είναι αυτό; Έτσι είναι όλα τα σπίτια του αγρού;*

*Πάρε ότι θέλεις*, είπε ευγενικά το ποντίκι του αγρού δίχως να δίνει σημασία στα παράπονα του φίλου του. *Ξέρω, βέβαια, πως το γεύμα μου δεν είναι και τίποτα σπουδαίο...*

*Και βέβαια δεν είναι*, απάντησε το ποντίκι της πόλης.

Έκοψε μια γερή δαγκωνιά από καλαμπόκι και είπε:

*Πως μπορείς να ζεις τόσο φτωχικά; Έλα στο σπίτι μου στην πόλη και θα απολαύσεις ένα εξαίσιο γεύμα!*.

Το επόμενο κιόλας πρωινό, το ποντίκι της πόλης πήρε το δρόμο της επιστροφής.

*Δεν έπρεπε να τον καλέσω! Η ζωή μου είναι τόσο φτωχική εδώ στην εξοχή* μονολόγησε λυπημένα το ποντικάκι του αγρού.

Έπειτα από μερικές μέρες, ξεκίνησε για να επισκεφτεί τον φίλο του.

Μόλις όμως πάτησε το πόδι του στην πόλη, ανακάλυψε με τρόμο πως οι δρόμοι ήταν γεμάτοι κινδύνους. Μια τεράστια άμαξα όρμηξε καταπάνω του με ανατριχιαστικό θόρυβο. Το ποντικάκι του αγρού έτρεξε τρομοκρατημένο να γλιτώσει. Ξαφνικά νάσου και εμφανίζεται μπροστά του ένα τεράστιο ανθρώπινο πόδι έτοιμο να το λιώσει με την τεράστια σόλα του!

Το φοβισμένο ποντικάκι έβαλε τις φωνές και με ένα σάλτο χώθηκε σ' ένα υπόνομο για να σωθεί. Έπειτα από πολλές ώρες περιπλάνησης στους επικίνδυνους δρόμους της πόλης, έφτασε στο σπίτι του φίλου του. Είχε πια βραδιάσει.

*Καλωσόρισες!* του είπε το ποντίκι της πόλης. *Πέρασε! Ήρθες πάνω στην ώρα για το δείπνο!*

Το ποντίκι της πόλης οδήγησε τον πεινασμένο και κουρασμένο καλεσμένο του σε μια υπέροχη κατάφωτη τραπεζαρία.

Το ποντίκι της πόλης σκαρφάλωσε ψηλά στο στρωμένο τραπέζι.

Το ποντίκι του αγρού είχε μείνει με το στόμα ανοιχτό. Πρώτη φορά στη ζωή του έβλεπε τόσα πολλά και λαχταριστά φαγητά!

*Πο πο! Τι υπέροχο τραπέζι* αναφώνησε το πεινασμένο ποντικάκι.

Όταν όμως άπλωσε το χέρι του για να αρπάξει μια ζουμερή φράουλα, ακούστηκε ένας τρομακτικός ήχος. Ήταν η αγριεμένη καμαριέρα που έτρεχε προς το μέρος τους, κουνώντας απειλητικά την τεράστια σκούπα της και φωνάζοντας: *Θα σας πιάσω, βρομερά ποντίκια, που κλέβετε το φαγητό μας!*

Τα ποντίκια τρομαγμένα, πήδηξαν από το τραπέζι κι άρχισαν να τρέχουν για να σωθούν!

Ευτυχώς, την τελευταία στιγμή χώθηκαν σε μια μικρή τρύπα στον τοίχο και γλίτωσαν από την τρομακτική σκούπα.

*Πο πο! Τι τρομάρα ήταν αυτή που πήραμε! Μη στεναχωριέσαι όμως, φίλε μου, ξέρω ένα άλλο σπίτι όπου θα βρούμε ακόμη καλύτερο φαγητό!* είπε το ποντίκι της πόλης

*Α, όχι ευχαριστώ! Να μου λείπει. Δε θέλω άλλα καρδιοχτύπια! Δεν ξανακλέβω το φαγητό των άλλων, όσο νόστιμο κι αν είναι! Στον αγρό βρίσκω όσο φαγητό θέλω! Μπορεί να μην είναι τόσο εντυπωσιακά αλλά τουλάχιστον είμαι ασφαλής κι ευτυχισμένος*, απάντησε το ποντίκι του αγρού. Και ξεκίνησε αμέσως για το φτωχικό αλλά ήρεμo σπιτάκι του.....(Αίσωπος, βιβλίο Μύθοι Αισώπου από Modern Times)

Ηθικό Δίδαγμα:

Λίγα φάε, λίγα πιες και εύκολα κοιμήσου....(Κρητική Ρήση)

Εξάντας Ελλήνων......Περί ζήλιας

Κυριακή 2 Αυγούστου 2009

Το κοράκι με τα δανεικά φτερά



Μια μέρα στο δάσος αντηχούσαν δυνατές , θυμωμένες φωνές .
Τα πουλιά τσακώνονταν γιατί το καθένα πίστευε ότι ήταν το πιο όμορφο και το πιο προικισμένο .
*Η φωνή μου είναι πιο μελωδική σ' όλο το δάσος * έλεγε το ένα . *Ναι , αλλά εγώ έχω ομορφότερα φτερά* , απάντησε ένα άλλο .
Οι μέρες περνούσαν αλλά τα πουλιά δεν μπορούσαν να λύσουν τις διαφορές τους .Ώσπου ένα πρωϊνό οι εξαγριωμένες κραυγές τους ταξίδεψαν πέρα από τα ψηλά δέντρα με τις πυκνές φυλλωσιές κι έφτασαν μέχρι τη σπηλιά της νεράϊδας του δάσους .
Η νεράιδα στενοχωρήθηκε πολύ κι αποφάσισε να δώσει ένα τέλος στον καυγά .
*Για να επιστρέψει η ειρήνη στο δάσος μας , θα επιλέξω εγώ το καλύτερο και ομορφότερο πουλί και θα του χαρίσω τον τίτλο του βασιλιά των πουλιών* .
Τα λόγια της νεράιδας προκάλεσαν μεγάλη αναστάτωση , καθώς κάθε πουλί ονειρευόταν ότι θα φορέσει το στέμμα του βασιλιά .
Ο αετός στήθηκε όλος καμάρι πάνω σ' ένα κλαδί και καυχήθηκε:
*Εγώ θα είμαι σίγουρα ο βασιλιάς όλων των πουλιών , γιατί είμαι το πιο δυνατό και το πιο όμορφο πουλί του δάσους* .
Το παγώνι που άκουσε τα λόγια του αετού άνοιξε την πολύχρωμη ουρά του και είπε με σιγουριά: *Δεν υπάρχει πιο όμορφο πουλί από μένα , γι' αυτό σίγουρα εγώ θα γίνω βασιλιάς* .
Όταν είδαν τα πολύχρωμα φτερά του παγωνιού να ανοίγουν σαν βεντάλια , τ' άλλα πουλιά υποχώρησαν σιωπηλά .
*Μπα! Σιγά τα φτερά!* είπε το γαλάζιο παραδεισένιο πουλί .
Και ενώ όλα τα πουλιά ετοιμαζόντουσαν για τη μεγάλη μέρα , το κοράκι αναστέναζε βαθιά και τα κοίταζε θλιμμένο .
*Γιατί εγώ γεννήθηκα τόσο μαύρο;* αναρωτιόταν κοιτάζοντας τον εαυτό του στο νερό της λίμνης .
Δίπλα του , ένας πανέμορφος άσπρος κύκνος έπλενε τα φτερά του .
*Ελάτε όλοι να καθαρίσετε τα φτερά σας! Πρέπει να είστε έτοιμοι για τη μεγάλη μέρα!* φώναξε ο κύκνος .
Όταν τα πουλιά είδαν τα πανέμορφα , κατάλευκα φτερά του κύκνου , ζήλεψαν τόσο πολύ που σταμάτησαν να καυγαδίζουν και βούτηξαν στη λίμνη να πλυθούν .
*Ο κύκνος έχει δίκιο πρέπει να είμαστε όμορφοι και καθαροί* , συμφώνησαν όλα .
Το κοράκι βούτηξε και αυτό μέσα στο νερό και άρχισε να τρίβεται με την ελπίδα ότι τα φτερά του θ' ασπρίσουν .
Το κοράκι έμεινε μέσα στη λίμνη μέχρι το σούρουπο αλλά τα φτερά του παρέμεναν μαύρα .
*Δε θα μπορέσω ποτέ να γίνω βασιλιάς* σκέφτηκε απογοητευμένο .
Η λίμνη όμως , είχε γεμίσει από τα πολύχρωμα φτερά των άλλων πουλιών που έκαναν εκεί το μπάνιο τους .
*Έχω μια καταπληκτική ιδέα!* είπε το κοράκι χαμογελώντας πονηρά .
Και δίχως να χάσει χρόνο , μάζεψε τα φτερά και τα κόλλησε επάνω του .
Τώρα που ντύθηκα με αυτά τα φτερά , είμαι το πιο όμορφο και έξυπνο πουλί του δάσους* , είπε χαρούμενο το κοράκι που είχε μεταμορφωθεί σ' ένα εξωτικό , πανέμορφο πουλί .
Η μεγάλη μέρα έφτασε (εκλογών) και όλα τα πουλιά μαζεύτηκαν γύρω από την νεράιδα επιδεικνύοντας τις αρετές τους .
Όταν όμως η καλή νεράιδα αντίκρισε το κοράκι , είπε εντυπωσιασμένη:
*Εσύ είσαι το ομορφότερο πουλί! Από σήμερα είσαι ο βασιλιάς των πουλιών και θα πρέπει να φροντζεις για την ειρήνη του δάσους* .
Τα υπόλοιπα πουλιά θύμωσαν τόσο πολύ που επιτέθηκαν στο κοράκι , τσιμπώντας το και τραβώντας τα κολλημένα φτερά με τα ράμφη τους .
Όταν όλα τα δανεικά φτερά έπεσαν από πάνω του το κοράκι δεν ήταν μόνο μαύρο αλλά και μελανιασμένο από τα άγρια τσιμπήματα των άλλων πουλιών . *Δεν έπρεπε να ντυθώ με τα φτερά των άλλων!* είπε θλιμμένο και έτρεξε να κρυφτεί . (Μύθοι Αισώπου από Modern Times)

Το ψέμα ή η εξαπάτηση έχει κοντά ποδάρια..... διδάσκει ο Αίσωπος .

Περί φιλοδοξίας

Δευτέρα 6 Ιουλίου 2009

Το τζιτζίκι και το μυρμίγκι



Μια φορά κι έναν καιρό, ζούσε ένας μικρούλης τζίτζικας, πολύ φωνακλάς. Όλο το καλοκαίρι δε σταματούσε να τραγουδάει.
-Τζι τζι τζι τζι τζι! έκανε χωρίς σταματημό.
Πόσο του άρεσε να κολλάει πάνω στα κλαδιά των δέντρων και να γεμίζει με τη φωνούλα του τα καυτά μεσημέρια του καλοκαιριού! Κι όσο πιο πολλή ζέστη έκανε, τόσο πιο δυνατά τραγουδούσε.
Τραγουδούσε συνέχεια. Δεν έκανε τίποτε άλλο.
Κι εκεί που καθόταν στα κλαδιά, έβλεπε στους κορμούς των δέντρων ατελείωτη στρατιά από μυρμήγκια που ανεβοκατέβαιναν κουβαλώντας σποράκια. Ίδρωναν από τη ζέστη, ξεφυσούσαν, κοκκινιζαν, αλλά δε σταματούσαν λεπτό τη δουλειά τους.
Μια μέρα, που ο τζίτζικας τραγουδούσε και πάλι ανέμελα σ΄ένα κλαδί, είδε ένα μυρμήγκι που είχε σταματήσει να σκουπίσει τον ιδρώτα του.
-Τι κάνεις, μυρμηγκάκι μου; το ρώτησε
-Δε βλέπεις τι κάνω; Μαζί με τα αδελφάκια μου δουλεύουμε. Κουβαλάμε στις φωλιές μας τις προμήθειες για το χειμώνα.
-Το καλοκαίρι το έφταξε ο Θεός για να ξεκουραζόμαστε και να διασκεδάζουμε! φώναξε ο τζίτζικας. Παράτα τις δουλειές κι έλα παρέα μου να τραγουδήσυμε ως το πρωϊ.
-Λάθος! είπε το μυρμήγκι. Το καλοκαίρι βρίσκουμε τροφή για το χείμωνα, αλλιως είμαστε χαμένοι. Το ίδιο να κάνεις κι εσύ. Ποιος θα σε βοηθήσει το χειμώνα μου λες;
-Ο χειμώνας είναι μακριά, απάντησε ο τζίτζικας. Τώρα έχουμε καλοκαίρι. Τραγούδι και ανεμελιά!
Το μυρμήγκι κούνησε το κεφάλι του και συνέχισε το δρόμο για τη φωλιά του.
Ο τζίτζικας συνέχισε να τραγουδάει και να απολαμβάνει το ζεστό ήλιο.
-Τζι τζι τζι τζι τζι, χαζούλι μυρμηγκάκι μου εσύ, τις δουλειές παράτα, σε παρακαλώ, πιάσε το τραγούδι και το χορό!

Το μυρμήγκι κοντοστάθηκε ακούγοντας το τραγούδι του τζίτζικα. Μετά, συνέχισε το δρόμο του χαμογελώντας.
*Αχ, άμυαλε τζίτζικα*, σκέφτηκε.
*Στάσου να έρθει ο χειμώνας και θα δεις!*
Και πραγματικά, το καλοκαίρι δεν έμεινε για πάντα.
Ήρθε το φθινόπωρο και μετά ο χειμώνας ο βαρύς.
Τα κλαδιά των δέντρων απέμειναν γυμνά. Ολόκληρη η πλάση σκεπάστηκε με χιόνι. Τροφή δεν υπήρχε πουθενά.
Το στομάχι του τζίτζικα γουργούριζε συνέχεια. Φαγητό δεν έβρισκε πουθενά! Πεινούσε σα λύκος. Και τότε σκέφτηκε το μυρμηγκάκι και χτύπησε την πόρτα της φωλιά του.
-Εσύ δεν είσαι ο τραγουδηστής του καλοκαιριού; είπε το μυρμήγκι που τον θυμήθηκε.
Που μου έλεγες πως πρέπει να τεμπελιάζω;
-Ναι, μυρμηγκάκι μου καλό, απάντησε ο τζίτζικας.
Αλλά τώρα πεινάω. Με το τραγούδι δε βρήκα χρόνο να μαζέψω τίποτα για το χειμώνα. Σε παρακαλώ δώσε μου λίγα σποράκια.
-Πιξ' το πάλι στο τραγούδι. Που ξέρεις; Μπορεί να σου κόψει την πείνα! είπε το μυρμήγκι και του έκλεισε κατάμουτρα την πόρτα της φωλιά του.
Και ο τραγουδιστής ο τζίτζικας γύρισε στη φωλιά του πεινασμένος, δίχως να γνωρίζει τι να πράξει. Το μόνο που γνώρισε και μάλιστα καλά ήταν πόσο δίκιο είχε το μυρμηγκάκι.......(Μύθοι Αισώπου από Modern Times)

Γύρω γύρω όλοι


Γύρω γύρω όλοι
στη μέση ο Μανόλης
χέρια πόδια στη γραμμή
όλοι κάθονται στη γη
κι ο Μανόλης στο σκαμνί!

Τα παπάκια



Πα πα πα!
Σαν τα παπάκια
κάνουν τα μικρά παιδάκια
Πα πα πααα! Πα πα πααα!

Τώρα πίνουνε νεράκι
μέσα σ'ένα λίβαδάκι
Πα πα πααα! Πα πα πααα!

Τώρα τρώνε χόρταράκι
μέσα σ'ένα λίβαδάκι
Πα πα πααα! Πα πα πααα!

Ξάφνου βλέπουνε γεράκι
μέσα σ'ένα συννεφάκι...
Πα πα πααα! Πα πα πααα!

Η μανούλα στα φτερά της
αγκαλιάζει τα μικρά της....
Πα πα πααα! Πα πα πααα!

Τετάρτη 1 Ιουλίου 2009

Τα χεράκια δεξιά...


*Τα χεράκια δεξιά
τα χεράκια αριστερά
πάνω τα χεράκια
κάτω τα χεράκια.
Τα χεράκια μου στη μέση
το παιχνίδι πως μου αρέσει!
Τώρα πάλι θα κρατήσω
το ένα μπρος
και το άλλο πίσω..
Τρα λα λά τι χαρά!
Το κεφάλι δεξιά
το κεφάλι αριστερά
πάνω το κεφάλι
κάτω το κεφάλι.
Τα χεράκια τώρα βάζω
τα αφτάκια μου σκεπάζω
Θα με δείτε τώρα πάλι
πως κουνάω το κεφάλι.
Δεξιά κι αριστερά
δεξιά κι αριστερά!!*

Σάββατο 14 Φεβρουαρίου 2009

Το Δακτυλίδι


*Πού' ν'το, πού' ν'το το δαχτυλίδι
ψάξε ψάξε δε θα το βρεις...
Δε θα το βρεις, δε θα το βρεις
το δαχτυλίδι που ζητείς...*

H γιαγιά μας η καλή


H γιαγιά μας η καλή

έχει κότες στην αυλή

κότες και κοτόπουλα

χήνες και χηνόπουλα.

Άσπρη πάπια με παπιά

γάιδαρο με τοσ' αφτιά

γαλόπούλες και ένα γάλο

φουσκωμένο και μεγάλο.

Και τον πρώτο πετεινό

μέσα σε όλο το χωριό

που λαλεί καθέ πρωί

στης γιαγιάς την αυλή.

Η γιαγιά μας η καλή

έχει ραπτομηχανή

και γαζώνει και μπαλώνει

του παππού το παντελόνι.

Τα κουλουράκια




Με τα δυό χεράκια

πλάθω κουλουράκια

κουλουράκια κουλουράκια!

Ο φούρνος θα τα ψήσει

Το σπίτι θα μυρίσει....

κουλουράκια κουλουράκια!

Τι γλυκά και αφράτα

κι όλα μυρωδάτα....

κουλουράκια κουλουράκια!

Γι' αυτό και στο σχολειό τους

Τα παίρνουν τα παιδάκια

κουλουράκια κουλουράκια! 

Φύγε φύγε, ποντικάκι


Φύγε φύγε, ποντικάκι

μη σε πιάσει το γατάκι

κι αν σε πιάσει πεινασμένο

θα σε φάει το καημένο! 

H μικρή Ελένη


Η μικρή Ελένη

κάθεται και κλαίει

γιατί δεν την παίζουνε 

οι φιλενάδες της.

Σήκω επάνω

τα μάτια κλείσε

τον ήλιο κοίτα

κι αποχαιρέτησε.

Παρασκευή 13 Φεβρουαρίου 2009

Το Ναυτάκι του Αιγαίου


Το ναυτάκι του Αιγαίου είμ' εγώ

μες τις θάλασσες παντα γυρνώ.

Τρίκυμιες και φουρτούνες άψηφω

μες το κύμα πάντα ζω.

Το ναυτάκι ξέρει να τραβά κουπιά

Τραλαλαλαλαλαλαλαλαλα!

Τρίκυμιες και φουρτούνες άψηφω

μες το κύμα πάντα ζω.

Το ναυτάκι ξέρει και να κολυμπά

Τραλαλαλαλαλαλαλαλαλα!

Τρίκυμιες και φουρτούνες άψηφω

μες το κύμα πάντα ζω.

Το ναυτάκι ξέρει με τα μάτια να κοιτά

Τραλαλαλαλαλαλαλαλαλα!

Τρίκυμιες και φουρτούνες άψηφω

μες το κύμα πάντα ζω.

Το ναυτάκι ξέρει να τραβάει κουπιά

Τραλαλαλαλαλαλαλαλαλα!

Τρίκυμιες και φουρτούνες άψηφω

μες το κύμα πάντα ζω.

Το ναυτάκι ξέρει και να χαιρετά

Τραλαλαλαλαλαλαλαλαλα!

Τρίκυμιες και φουρτούνες άψηφω

μες το κύμα πάντα ζω.

Η καλή μας Αγελάδα


Η καλή μας αγελάδα

βόσκει κάτω στη λιακάδα

μικρά χόρτα και μεγάλα 

για να κατεβάσει γάλα.

Να το κάνουνε τυράκι,

να το κάνουν βουτυράκι,

να το βάλουνε στο πιάτο,

να σου πουν *ορίστε, φάτο*!

Φεγγαράκι μου Λαμπρό



Φεγγαράκι μου λαμπρό

φέγγε μου να περπατώ

να πηγαίνω στο σχολειό

να μαθαίνω γράμματα,

γράμματα σπουδάγματα,

του Θεού τα πράγματα

Αχ Κουνελάκι


Αχ! Κουνελάκι κουνελάκι

ξύλο που θα το φας!

Μέσα σε ξένο πέριβολάκι

τρύπες γιατί τρυπάς.....

Μη μου σουφρώνεις τη μυτίτσα!

Μη μου κουνάς τ' αφτιά!

Μη μου κλείνεις το ματάκι....

είσαι μια ζωγραφιά!